Σε ποιες παθήσεις πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν γυμναζόμαστε
Η γυμναστική επιφέρει, αναμφίβολα, πολλά οφέλη στην υγεία μας. Βελτιώνει την αντοχή μας, την φυσική κατάσταση, μειώνει τους παράγοντες κινδύνου και γενικά καλυτερεύει την ποιότητα της ζωής μας.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποιες παθήσεις κατά τις οποίες, μπορούμε βέβαια να γυμναστούμε, αλλά πρέπει να προσαρμόσουμε τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της προπόνησης, ώστε να γίνεται με ασφαλή τρόπο.
Γράφει η Κωνσταντίνα Ζήρου, Γυμνάστρια, Λαμία
Ποιες είναι λοιπόν, αυτές οι παθήσεις που πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή κατά την διάρκεια της προπόνησης;
Διαβήτης τύπου 1 και 2
Ο διαβήτης είναι μία νόσος που χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.
Υπάρχει ο διαβήτης Τύπου 1, όπου παρατηρείται ανεπαρκής έκκριση ινσουλίνης (δηλαδή ο οργανισμός δεν παράγει την απαραίτητη ποσότητα). Ο διαβήτης Τύπου 1 αναπτύσσεται κυρίως σε μικρές ηλικίες και χαρακτηρίζεται ως ινσουλινοεξαρτώμενος, καθώς είναι απαραίτητη η λήψη ινσουλίνης εξωγενώς.
Σε αυτόν τον τύπο διαβήτη δεν έχει αποδειχτεί ότι η άσκηση μπορεί να βοηθήσει στην ρύθμιση του μεταβολισμού, αλλά παρόλα αυτά κρίνεται απαραίτητη, καθώς μειώνονται οι επιπλοκές από τον διαβήτη.
Κατά την διάρκεια της άσκησης πρέπει να προσέχουμε ώστε να αποφευχθούν η υπεργλυκαιμία και η κετοξέωση (συσσώρευση πολλών κετονικών σωμάτων που οδηγούν σε μεταβολική οξείδωση), τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε διαβητικό κώμα.
Ακόμη μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να παρουσιαστεί φαινόμενο υπογλυκαιμίας που οδηγεί σε σοκ ινσουλίνης.
Τι πρέπει να προσέξουμε κατά την άσκηση;
1) Πρέπει να είναι ρυθμισμένα τα επίπεδα της ινσουλίνης, κοντά στις φυσιολογικές τιμές, πριν ξεκινήσει η άσκηση.
2) Ελέγχουμε τα επίπεδα της ινσουλίνης, πριν, κατά την διάρκεια της άσκησης και μετά την άσκηση.
3) Έχουμε άμεσα διαθέσιμη πηγή υδατανθράκων (σε περίπτωση υπογλυκαιμίας είναι απαραίτητο)
4) Το πρόγραμμα πρέπει να είναι χαμηλής έντασης, να έχει προοδευτική επιβάρυνση και να αποτελείται τόσο από αερόβια προπόνηση όσο και από πρόγραμμα αντιστάσεων.
5) Να γνωρίζουμε πολύ καλά την ανταπόκριση της γλυκόζης στο αίμα, ανάλογα το είδος της φυσικής δραστηριότητας
6) Πάντα να υπάρχει ένα άτομο που γνωρίζει τι πρέπει να κάνει και μπορεί να βοηθήσει σε μία επείγουσα περίπτωση.
Στον διαβήτη τύπου 2 παρατηρείται μειωμένη δράση της ινσουλίνης, δηλαδή ο οργανισμός παράγει την απαραίτητη ινσουλίνη αλλά παρουσιάζει αντίσταση.
Ο διαβήτης Τύπου 2 παρουσιάζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες και συνδέεται άμεσα με την έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, την παχυσαρκία, την αυξημένη χοληστερόλη και την υπέρταση.
Σε αυτόν τον τύπο η άσκηση είναι απαραίτητη, καθώς έχει αποδειχθεί ότι άσκηση με χαμηλή ένταση και παρατεταμένης διάρκειας, αυξάνει τα οφέλη που σχετίζονται με την ευαισθησία στην ινσουλίνη.
Επιπρόσθετα, η άσκηση συμβάλει και στην μείωση των υπόλοιπων παραγόντων που σχετίζονται με τον διαβήτη τύπου 2.
Τι πρέπει να προσέξουμε κατά την διάρκεια της άσκησης;
Ακριβώς ό,τι και στον διαβήτη Τύπου 1.
Υπέρταση
Στην υπέρταση παρουσιάζονται αυξημένες τιμές τόσο στην συστολική (φυσιολογική τιμή 120mmHg), όσο και στην διαστολική(80mmHg) πίεση.
Η αρτηριακή υψηλή πίεση λοιπόν, είναι αυτή που είναι σταθερά υψηλότερη από 130/80 mmHg (στάδιο 1), ενώ υψηλότερη από 140/90 mmHg θεωρείται υπέρταση σταδίου 2.
Η υπέρταση μπορεί να συνοδεύεται και με άλλες παθήσεις , όπως για παράδειγμα στεφανιαία νόσος, σακχαρώδης διαβήτης κ.α, ενώ παράγοντες όπως η αδράνεια, η παχυσαρκία, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλατιού και αλκοόλ συνδέονται με την αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
Η άσκηση βοηθάει στην μείωση της αρτηριακής πίεσης, ενώ η άσκηση αντοχής σχετίζεται με την μείωση της 5-7 mmHg.
Στα άτομα με υπέρταση συνιστάται η άσκηση μέτριας έντασης (40-59% VO2 max), τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας και με διάρκεια 30’ ανά συνεδρία.
Τι πρέπει να προσέξουμε κατά την διάρκεια της άσκησης;
1) Θα πρέπει να γίνεται μέτρηση της αρτηριακής πίεσης πριν την έναρξη της άσκησης, κατά την διάρκεια αλλά και στο τέλος της προπόνησης.
2) Η άσκηση αντοχής πρέπει να είναι μέτριας έντασης
3) Η προπόνηση αντιστάσεων να είναι στο 60-80% της 1-RM
Καρδιακά νοσήματα
Σε αυτή την κατηγορία θα μιλήσουμε για τα άτομα που έχουν κάποια μορφή στεφανιαίας νόσου.
Στα άτομα αυτά συμπεριλαμβάνονται άτομα που παρουσιάζουν στηθάγχη, που έχουν κάνει χειρουργείο παράκαμψης της στεφανιαίας αρτηρίας με μόσχευμα και αγγειοπλαστική, μπαλονάκι ή έχουν υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Στα άτομα αυτά η άσκηση είναι απαραίτητη, καθώς έχει σαν αποτέλεσμα την βελτίωση της καρδιακής λειτουργίας, ενώ μειώνουν τον κίνδυνο ενός επακόλουθου καρδιακού επεισοδίου.
Τι πρέπει να προσέξουμε κατά την άσκηση;
1) Τα προγράμματα πρέπει να είναι προοδευτικά και να βασίζονται στις αρχικές δοκιμασίες κόπωσης
2) Το πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει ασκήσεις προθέρμανσης, αντοχής και ενδυνάμωσης, καθώς και δραστηριότητες αποκατάστασης από την άσκηση
3) Στην αρχή, ξεκινάμε με διαλειμματική, χαμηλής έντασης άσκηση (1 λεπτό άσκηση, 1 λεπτό διάλειμμα)
4) Πρέπει να χρησιμοποιείται ποικιλία ασκήσεων για να γίνει κατανομή της ολικής παραγωγής έργου, σε μία μεγάλη έκταση μυών
5) Γίνονται 12- 15 επαναλήψεις με άνεση, 8-10 ασκήσεις σε κάθε προπόνηση
6) Η συχνότητα των προπονήσεων είναι 2-3 φορές την εβδομάδα
ΧΑΠ – Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια
Η ΧΑΠ περιλαμβάνει την χρόνια βρογχίτιδα, το εμφύσημα και το βρογχικό άσθμα.
Χαρακτηρίζεται από μειωμένη ικανότητα εκπνοής, λόγω των στενωμένων αεραγωγών.
Η ΧΑΠ κατηγοριοποιείται ανάλογα την σοβαρότητα της κατάστασης σε Στάδιο 1 (ήπια μορφή) έως Στάδιο 4 (πολύ σοβαρή – αναπνευστική ανεπάρκεια).
Η ΧΑΠ Σταδίου 1 δεν είναι αντιληπτή από τα άτομα που την έχουν, καθώς δεν επηρεάζει την ποιότητα ζωής. Έτσι, αυτά τα άτομα μπορούν να ασκηθούν με εντάσεις αντίστοιχες με ένα υγιή ενήλικα, μεγαλύτερης ηλικίας.
(Συμπτώματα δύσπνοιας και κόπωσης εμφανίζονται σε άτομα με ΧΑΠ σταδίου 3, η όποια χαρακτηρίζεται σοβαρή.)
Στην ΧΑΠ η προπόνηση δεν αναστρέφει την εξέλιξη της νόσου. Παρόλα αυτά μπορεί να μειώσει την σταθερή αύξηση των συμπτωμάτων δύσπνοιας και κόπωσης, ενώ τα άτομα με ΧΑΠ μπορούν να επιτύχουν μια αύξηση στην αντοχή στην άσκηση χωρίς δύσπνοια καθώς και αύξηση στην αίσθηση ευεξίας.
Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα και την βελτίωση ης ψυχολογίας των ατόμων με ΧΑΠ μακροπρόθεσμα.
Τι πρέπει να προσέξουμε κατά την άσκηση;
1) Η ένταση της άσκησης πρέπει να καθορίζεται έπειτα από δοκιμασίες κόπωσης (π.χ εκτίμησης της VO2 max κατά την άσκηση)
2) Η αξιολόγηση πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένα άτομα
3) Το πρόγραμμα θα πρέπει να περιλαμβάνει αερόβια προπόνηση (καθορισμένης έντασης από εργοδοκιμασίες) 3-5 φορές την εβδομάδα
4) Το πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει προπόνηση αντιστάσεων, με σκοπό την αντιμετώπιση της κόπωσης των μυών
5) Σε προχωρημένο στάδιο, θα πρέπει να καθοριστεί αν είναι απαραίτητη η λήψη συμπληρωματικού οξυγόνου
Σε όλες τις παραπάνω παθήσεις, είναι απαραίτητο να υπάρχει πάντα στην προπόνηση- άσκηση ένα άτομο με εξειδικευμένη γνώση και που θα μπορεί να ανταποκριθεί άμεσα στην εκάστοτε κατάσταση.
Μην ξεχνάτε να συμβουλεύεστε πάντα ΜΟΝΟ τον γιατρό σας, πριν αποφασίσετε να κάνετε μία οποιαδήποτε μορφής άσκηση.
Ασκηθείτε με ασφάλεια – Μείνετε υγιείς.
Ακολούθησε το fmh.gr στο Google News, στο Twitter, στο Facebook στο Υoutube και στο Instagram
Κωνσταντίνα Ζήρου, Γυμνάστρια, Λαμία
Ακολούθησε την Κωσταντίνα στο Facebook και στο Instagram
Πηγές:
Scott K. Powers, Edward T. Howley (2018), Φυσιολογία Της Άσκησης, Θεωρία και Εφαρμογές Ευρωστίας και Απόδοσης, Broken Hill Publishers Ltd
https://www.thieme-connect.de/products/ejournals/abstract/10.1055/s-0034-1366278
https://www.karger.com/Article/FullText/500110
https://www.karger.com/Article/Abstract/357331
https://www.sciencedirect.com/science/article/abs/pii/B9780128206836000154?via%3Dihub
https://jamanetwork.com/journals/jama/fullarticle/2770851
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3603230/
https://www.nature.com/articles/jhh200951
https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/28578691/
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC2665984/
https://www.sciencedirect.com/science/article/abs/pii/S0033062011000466?via%3Dihub
https://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/j.1365-2796.1994.tb01114.x
https://www.karger.com/Article/Abstract/341243
https://www.journal-of-cardiology.com/article/S0914-5087(15)00290-7/fulltext
https://link.springer.com/article/10.2165/00007256-198806030-00005